Το άρθρο υπογράφει η Τορονίδου Αλεξάνδρα, καθηγήτρια Μαθηματικών στο Κέντρο Ιδιαίτερων Mαθημάτων ΣΠΙΘΑ, απόφοιτη του Μαθηματικού Α.Π.Θ. και κάτοχος MSc στα Διεθνή & Ευρωπαϊκά Οικονομικά.
Άλλη μία σχολική χρονιά, άλλο ένα τετράμηνο, άλλη μία φορά βαθμοί.
Μιας και διανύουμε αυτήν την κρίσιμη περίοδο των βαθμών, θέλω να μοιραστώ μαζί σας κάποιες σκέψεις και διαπιστώσεις μου. Σας παρακαλώ διαβάστε τα παρακάτω, μέχρι το τέλος με προσοχή και έχοντας πάντα κατά νου ότι το παρόν άρθρο σκοπό δεν έχει να υποδείξει ή να κρίνει, αλλά να συμβουλέψει.
Με το που φτάνει αυτή η περίοδος, κάθε χρονιά, όλοι οι καθηγητές του ιδιωτικού τομέα ξέρουμε ότι θα αρχίσουν τα τηλεφωνήματα. Καλούμε για να μάθουμε πώς αξιολογήθηκαν οι μαθητές μας, να χαρούμε μαζί τους για τους καλούς βαθμούς που πέτυχαν ή, στην περίπτωση που δεν πήγαν καλά τα πράγματα, να συζητήσουμε τι πήγε λάθος και πώς μπορεί να διορθωθεί.
Ωστόσο υπάρχουν και τα τηλεφωνήματα τα οποία, προσωπικά, με αφήνουν με μία απορία.
Και θα σας εξηγήσω αμέσως τι εννοώ.
Την πρώτη χρονιά που εργάστηκα ως καθηγήτρια Μαθηματικών, προφανώς ως πολύ νέα και άγνωστη σε μία πόλη σαν την Θεσσαλονίκη, ξεκίνησα τη σχολική χρονιά με ελάχιστους μαθητές. Είχα στενοχωρηθεί, αλλά σκέφτηκα ότι με τα χρόνια αυτό θα αλλάξει. Η αλήθεια είναι ότι δε χρειάστηκε να περιμένω χρόνια, παρά μόνο λίγους μήνες. Μέχρι τον Ιανουάριο ήμουν σχεδόν πλήρης, από μαθητές που περίμεναν τους βαθμούς του α’ τετραμήνου για να ζητήσουν βοήθεια.
Με το πέρασμα των χρόνων άρχισαν να σχηματίζονται στο μυαλό μου δύο περιπτώσεις για αυτήν την κατάσταση, οι οποίες έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό, αλλά διαφορετικό τρόπο δράσης.
Στην πρώτη περίπτωση, όπου ακολουθείται η λογική «να δούμε πρώτα τι θα καταφέρει μόνος/η του/της», περιμένουν να έρθουν οι βαθμοί (που, να το πούμε κι αυτό, είναι ψευδείς βαθμοί, αυξημένοι προς τα πάνω κατά 2 μονάδες το λιγότερο σε κάθε σχολείο, είτε ιδιωτικό είτε δημόσιο), οι οποίοι δεν τους ικανοποιούν και γι’ αυτό, έστω και τώρα, απευθύνονται σε κάποιον καθηγητή για βοήθεια.
Η δεύτερη περίπτωση είναι εκείνη στην οποία έρχεται η στιγμή των βαθμών, οι οποίοι δεν τους ικανοποιούν και, επειδή το παιδί κάνει ήδη φροντιστήριο/ιδιαίτερο, κρίνουν ότι δεν ωφελεί να συνεχίσουν, γιατί «το παιδί πιέζεται, και δεν πειράζει, ας μην τα μάθει τώρα, θα τα μάθει αργότερα».
Σημείωση: Δεν εννοώ τις περιπτώσεις που συνεχίζουν τα μαθήματα, αλλά με διαφορετικό καθηγητή. Εννοώ ότι σταματούν εντελώς γιατί το παιδί πιέζεται και όχι για οικονομικούς λόγους, οι οποίοι είναι απολύτως κατανοητοί και δεν θέλω να θίξω εδώ.
Καταρχάς, να επισημάνω κάτι πολύ σημαντικό. Γενικά, δε θεωρώ ότι πρέπει όλοι οι μαθητές/τριες, κυρίως Δημοτικού και Γυμνασίου, να κάνουν ιδιαίτερα. Για την ακρίβεια, άποψή μου είναι ότι πολύ λίγοι χρειάζονται πραγματικά βοήθεια. Απλά ας παραδεχτούμε την ωμή αλήθεια, ότι δυστυχώς δεν έχουν μάθει ποτέ να διαβάζουν αποδοτικά και οι περισσότεροι/ες δεν ξέρουν πώς.
Βέβαια, όπως όλοι σκέφτεστε, περάσαμε και ένα και πλέον έτος τηλεκπαίδευσης, το οποίο ναι μεν έχει αφήσει κάποια κενά, ωστόσο τόσα πολλά κενά δεν δικαιολογούνται. Ήταν μία περίοδος αδράνειας για όλους, και ειδικά για τους/τις μαθητές/τριες. Πλέον ξέρουμε, από τους ίδιους τους μαθητές, ότι ξυπνούσαν, έλεγαν «Καλημέρα» και ξανακοιμόνταν για 35 λεπτά μέχρι να μπει ο δεύτερος καθηγητής κ.ο.κ. Συνεπώς, ό,τι δουλειά γινόταν, γινόταν στα φροντιστήρια και στα ιδιαίτερα.
Και κάπου εδώ μπήκαμε στη ζώνη του λυκόφωτος καθώς, λόγου χάρη, η 1,5 ώρα/εβδομάδα Άλγεβρας Γ’ Γυμνασίου σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αντικαταστήσει τις 3 ώρες/εβδομάδα του σχολείου. Πρέπει πάντα να θυμάστε οι γονείς, και αυτό να το εξηγείτε στα παιδιά σας, ότι το φροντιστήριο και το ιδιαίτερο λειτουργεί επικουρικά. Δεν αποτελεί την κύρια πηγή εκπαίδευσης. Η κύρια εκπαίδευση παρέχεται από τους συναδέλφους στα σχολεία, οι οποίοι στην πλειονότητά τους είναι εξαιρετικοί εκπαιδευτικοί, με μεράκι και θέληση να μεταλαμπαδεύσουν γνώση στα παιδιά (και πολλές φορές κάτω από όχι ιδανικές συνθήκες).
Ο κοινός παρονομαστής
Η απορία, λοιπόν, που μου γεννούν αυτές οι δύο περιπτώσεις είναι «γιατί να περιμένετε, ενώ έχετε εντοπίσει το πρόβλημα;».
Και στις δύο περιπτώσεις, κοινός παρονομαστής είναι η αναβλητικότητα, η οποία γενικώς είναι ένα πολύ κακό χαρακτηριστικό, το οποίο πρέπει να το καταπολεμήσουμε ο καθένας μόνος του και όλοι μαζί ως κοινωνία.
Όσον αφορά στους πρώτους γονείς, θέλω να πω τα εξής. Ξέρουν πολύ καλά ότι τα παιδιά τους δεν μπορούν, δεν έχουν την υπομονή, δεν έχουν την πειθαρχία, δεν έχουν τον τρόπο, δεν έχουν τη θέληση να διαβάσουν μόνα τους. Για να βοηθήσετε λοιπόν το παιδί σας να μάθει, ενεργήστε από νωρίς. Όσο νωρίτερα, τόσο καλύτερα! Μη νομίζετε ότι ο καθηγητής που θα το αναλάβει θα του δίνει έτοιμες τις λύσεις, κι αν έχετε κάποιον που το κάνει αυτό, μην συνεχίζετε την συνεργασία μαζί του.
Ο σωστός καθηγητής:
Λέγεται πολύ συχνά, «ας την/τον αφήσουμε μόνη/ο της/του να ψηθεί, να δει ότι δεν τα καταφέρνει, και να ζητήσει μόνος/η του/της βοήθεια».
Πολλοί γονείς το κάνουν αυτό, με το σκεπτικό ότι αν ζητήσει από μόνο του το παιδί βοήθεια, μετέπειτα δε θα «δικαιούται» να γκρινιάζει για τον επιπλέον φόρτο εργασίας, καθώς ήταν δική του επιλογή. Ωστόσο αυτό δεν ισχύει καθώς τα παιδιά, παιδιά είναι και γκρινιάζουν σχεδόν για ό,τι αφορά τις υποχρεώσεις τους.
Αν αφήσουμε μόνο του το παιδί «να ψηθεί», το αποτέλεσμα θα είναι μόνο μεγαλύτερα κενά και χειρότερη ψυχολογία. Αν όμως λειτουργήσουμε άμεσα πριν δημιουργηθούν πολλά κενά, ο/η μαθητής/τρια καταρχάς θα λύσει άμεσα τις απορίες του, θα κατανοήσει καλύτερα το μάθημα και θα αποκτήσει μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση καθώς η επίδοσή του θα βελτιώνεται με τον καιρό.
Κάθε πράγμα στον καιρό του
Κάθε πράγμα στον καιρό του, λέει η παροιμία, και πολύ σωστά λέει. Έτσι είναι και στην εκπαίδευση. Σε κάθε τάξη η ύλη είναι συγκεκριμένη ώστε το παιδί να μπορεί να τη μάθει, και την επόμενη χρονιά να «χτίσει» πάνω σε αυτή, να την εμπλουτίσει.
Αν το παιδί δε μάθει προπαίδεια στη Γ' Δημοτικού, δε θα μπορεί να λύσει ανισώσεις 2ου βαθμού στην Α' Λυκείου, γιατί στο ενδιάμεσο δε θα έχει μάθει ούτε διαίρεση, ούτε αναλογίες, ούτε ρίζες, ούτε αλγεβρικές παραστάσεις, ούτε εξισώσεις. Τα μαθηματικά είναι αλυσίδα, στην οποία ο κάθε κρίκος - ενότητα συνδέεται άμεσα με τον προηγούμενο και τον επόμενό του.
Ομοίως, αν το παιδί δε μάθει στο Δημοτικό ορθογραφία και ότι η δομή της κύριας πρότασης είναι «Υποκείμενο – Ρήμα – Αντικείμενο», το πιο πιθανό είναι ότι δε θα μάθει να διακρίνει τα είδη των προτάσεων και δε θα μπορεί να δομήσει μία σωστή περίοδο, παράγραφο και, εν τέλει, μία ορθή έκθεση.
Διότι κάποια στιγμή τα κενά θα είναι τόσα πολλά που δε θα μπορούν να καλυφθούν και τότε το παιδί θα έχει δίκιο όταν λέει «μα, είναι πολλά, δεν μπορώ». Αν, όμως, τα διδαχθεί σωστά και στην ώρα τους, δεν είναι πολλά. Είναι όσα πρέπει και ακριβώς όσα μπορεί να διαχειριστεί στη δεδομένη τάξη.
Πρέπει να θέτουμε προτεραιότητες
Τώρα, όσον αφορά στη δεύτερη κατηγορία γονέων, οι οποίοι διακόπτουν εν μέσω σχολικής χρονιάς τα ιδιαίτερα/φροντιστήριο, επειδή τα παιδιά τους «πιέζονται», θα ήθελα να τονίσω ότι μετά θα πιέζονται 10 φορές περισσότερο, καθώς σε λιγότερο χρόνο θα πρέπει να μάθουν περισσότερη ύλη.
Ας μη ζούμε με ψευδαισθήσεις! Ούτε τα παιδιά θα αλλάξουν από μόνα τους τρόπο μελέτης εν μια νυκτί, ούτε θα αλλάξει η ύλη, ούτε θα τα μάθουν από το Tik Tok. Δεν μπορούμε να αναβάλουμε διαρκώς μια υποχρέωση. Δε θα διεκπεραιωθεί από μόνη της, κι αυτό πρέπει να το δείξετε εσείς πρώτα στα παιδιά σας με τις πράξεις και τις επιλογές σας.
Και σ’ αυτό θα βοηθήσει να βάζετε προτεραιότητες. Αν είναι η χρονιά που θα δώσει εξετάσεις για κάποιο πιστοποιητικό γλωσσομάθειας, εστιάστε εκεί, χωρίς όμως να παραγκωνίζονται τα υπόλοιπα μαθήματα. Συχνά ακούω «φέτος δίνει για Proficiency, μην του βάζεις καθήκοντα, φτάνει μόνο το μάθημα». Είναι απόλυτα σεβαστό ότι δίνει έμφαση εκεί, αλλά όσον αφορά, π.χ., στα Μαθηματικά, πρέπει ο μαθητής να δουλέψει και μόνος του, με την ησυχία του, χωρίς την ασφάλεια του καθηγητή από δίπλα να τον διορθώνει. Με σωστή διαχείριση χρόνου, όλα είναι δυνατά. Αν δεν είναι, τότε θα πρέπει να αλλάξει το πρόγραμμα του μαθητή, και πάλι βάσει προτεραιοτήτων και με κύριο γνώμονα τα θέλω και το μέλλον του.
Τι μπορούμε να κάνουμε
Εν κατακλείδι, αν παρατηρείτε ότι δεν τα καταφέρνει σε κάποιο μάθημα, επειδή δε γράφει καλά στα τεστ ή επειδή μιλήσατε με τον καθηγητή του σχολείου και σας είπε ότι «είναι αδύναμος/η», τότε ζητήστε άμεσα βοήθεια (αν δεν μπορείτε να βοηθήσετε εσείς). Όσο νωρίτερα αντιμετωπιστεί το πρόβλημα, τόσο το καλύτερο και για την επίδοση του παιδιού, αλλά κυρίως για την ίδια του την ψυχολογία και την αυτοεκτίμηση.
Και, εννοείται, καλό είναι οι όποιες αποφάσεις να παίρνονται σε συνεννόηση με το παιδί. Πρέπει να επιδιώκουμε πάντα διάλογο με το παιδί, να το ακούμε προσεκτικά και να προσπαθούμε να το βοηθήσουμε. Γονείς και εκπαιδευτικοί είμαστε σύμμαχοι σε αυτόν τον αγώνα και ό,τι κάνουμε, το κάνουμε για την πρόοδο των παιδιών μας, για να έχουν το καλύτερο δυνατό μέλλον.
Ευχαριστώ για τον χρόνο που αφιερώσατε να διαβάσετε τις σκέψεις μου. Όποιος/α θέλει μπορεί να σχολιάσει ώστε να γίνει διάλογος. Απλά παρακαλώ, μη διευρύνουμε το θέμα σε άλλους κοινωνικοοικονομικούς λόγους που συμβάλουν στην αναβλητικότητα. Ζούμε σε μία εποχή η οποία από μόνη της είναι γεμάτη εμπόδια και προβλήματα. Το άρθρο δεν έχει σκοπό να θίξει κανέναν. Ίσα ίσα, προσπαθώ, μέσα από την εμπειρία μου ως εκπαιδευτικός, να ρίξω φως σε ένα πρόβλημα, το οποίο μπορεί να αντιμετωπιστεί εύκολα άμα τη γενέσει του. Αν όμως περάσει ο καιρός και αυξηθούν τα κενά, θα έρθει κάποια στιγμή που πολύ δύσκολα θα γεμίσουν.